μυρμηκοφαγίδες

μυρμηκοφαγίδες
οι
ζωολ. οικογένεια θηλαστικών που περιλαμβάνει ζώα με επιμήκη ουρά, κεφαλή και ρύγχος, χωρίς δόντια, τα οποία τρέφονται με τερμίτες και μυρμήγκια που συλλαμβάνουν με την επιμήκη, σκωληκοειδή γλώσσα τους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. myrmicophagidae < myrmicophagus (βλ. λ. μυρμηκοφάγος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μυρμηκοφάγος — Κοινή ονομασία θηλαστικών της οικογένειας των μυρμηκοφαγιδών, της τάξης των νωδών. Ο τριδάκτυλος ή χαιτοφόρος μ. (myrmecophaga tridactyla ή jubata), που ζει στην Κεντρική και Νότια Αμερική, μπορεί να φτάσει σε μήκος 2,5 μ. και βάρος 45 περίπου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”